- ἐγχεικέραυνος
- ἐγχεικέραυνος, ον,A hurling the thunderbolt,
Ζῆνα Pi.P.4.194
, O.13.77, Eust.839.10, etc.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Ζῆνα Pi.P.4.194
, O.13.77, Eust.839.10, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
εγχεικέραυνος — ἐγχεικέραυνος, ον (Α) αυτός που εκσφενδονίζει κεραυνούς … Dictionary of Greek
ἐγχεικέραυνος — hurling the thunderbolt masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγχεικέραυνον — ἐγχεικέραυνος hurling the thunderbolt masc/fem acc sg ἐγχεικέραυνος hurling the thunderbolt neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγχεικεραύνου — ἐγχεικέραυνος hurling the thunderbolt masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αργικέραυνος — ἀργικέραυνος, ον (Α) (επίθετο του Δία) αυτός που ρίχνει κεραυνούς που αστράφτουν. [ΕΤΥΜΟΛ. < αργι * + κεραυνος < κεραυνός(πρβλ. εγχεικέραυνος, τερπικέραυνος κ.ά.)] … Dictionary of Greek
κεραυνεγχής — κεραυνεγχής, ές (Α) εγχεικέραυνος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κεραυνός + εγχής (< ἔγχος «δόρυ»), πρβλ. θυρσ εγχής, χρυσ εγχής] … Dictionary of Greek
κεραυνός — Ακαριαία, ισχυρή ηλεκτρική εκκένωση μεταξύ νέφους και εδάφους, εξαιτίας της παρουσίας ισχυρού ηλεκτρικού πεδίου στον συγκεκριμένο χώρο της ατμόσφαιρας. Αν η εκκένωση συμβεί μεταξύ δύο νεφών ή στο εσωτερικό ενός νέφους, η εκκένωση αυτή καλείται… … Dictionary of Greek